ονειροκρίτης

Revision as of 10:40, 10 May 2023 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\]" to "πρβλ. $2$4]")
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Greek Monolingual

ο (Α ὀνειροκρίτης και δωρ. τ. ὀνειροκρίτας, θηλ. ὀνειροκρίτις)
αυτός που ερμηνεύει, που εξηγεί τα όνειρα
νεοελλ.
έντυπο στο οποίο δίνονται με αλφαβητική σειρά οι ερμηνείες διαφόρων ονείρων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὄνειρος + κρίτης (< κρίνω), πρβλ. αιμοτοκρίτης].