ἠ πρὸς Τιμόθεον α' ἐπιστολή· Τιμοθέῳ ἑταίρῳ Παῦλος διελέξατο ταῦτα → First epistle to Timothy: Paul discussed these things with his colleague Timothy
ξενοπαθῶ, -έω (Α)
ενοχλούμαι από κάτι παράξενο και ασυνήθιστο («ὥσπερ οἱ πῶλοι τοὺς συνήθεις ἐπιβάτας ποθοῦν
τες, ἐὰν ἄλλον φέρωσι, πτύρονται και ξενοπαθοῡσι», Πλούτ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ξένος + -παθῶ (< -παθής < πάθος), πρβλ. δεινο-παθώ].