ἐὰν ᾖς φιλομαθής, ἔσει πολυμαθής → if you are studious, you will become learned
ὀψώνης, ὁ (Α)αγοραστής τροφίμων, ιδίως ψαριών.[ΕΤΥΜΟΛ. < ὄψον «τροφή, ψάρι» + -ώνης (< ὠνοῦμαι «αγοράζω»), πρβλ. οπωρώνης].