τἄλλαι ... γυναῖκες ... ἀπήλαἁν τὼς ἄνδρας ἀπὸ τῶν ὑσσάκων → the other women diverted the men from their vaginas
[Seite 717] ἡ, = προδότις, Sp.
(I)η, Νβλ. προδότης. (II)ἡ, Μβλ. προδοτήρ.