ἡγούμενος τῶν ἡδονῶν ἀλλ' οὐκ ἀγόμενος ὑπ' αὐτῶν → of his pleasures he was the master and not their servant
τὸ, Μπτωχοκομείο.[ΕΤΥΜΟΛ. < πτωχός + κατάλ. -εῖον (πρβλ. μαντείον)].