σιταρήσιος
From LSJ
εἷς οἰωνὸς ἄριστος, ἀμύνεσθαι περὶ πάτρης → the best goal is defending your country
Greek Monolingual
και σταρήσιος, -α, -ο, Ν
σιταρένιος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σιτάρι / στάρι + κατάλ. -ήσιος (πρβλ. κριθαρήσιος)].
εἷς οἰωνὸς ἄριστος, ἀμύνεσθαι περὶ πάτρης → the best goal is defending your country
και σταρήσιος, -α, -ο, Ν
σιταρένιος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σιτάρι / στάρι + κατάλ. -ήσιος (πρβλ. κριθαρήσιος)].