στρατηλάτις
From LSJ
Κακὸν μέγιστον ἐν βροτοῖς ἀπληστία → Malumm est hominibus maximum immoderatio → Das größte Übel ist bei Menschen Völlerei
English (LSJ)
ιδος, ἡ, fem. of στρατηλάτης, voc. -άτι, addressed to the Moon, PMag.Par.1.2275.
Greek Monolingual
-ιδος, ἡ, Α
βλ. στρατηλάτης.