συμφαίνω

From LSJ
Revision as of 12:36, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (39)

Πενία δ' ἄτιμον καὶ τὸν εὐγενῆ ποιεῖ → Pauper inhonorus, genere sit clarus licet → Die Armut nimmt selbst dem, der edel ist, die Ehr'

Menander, Monostichoi, 455

Greek Monolingual

ΜΑ φαίνω
μέσ. συμφαίνομαι
εμφανίζομαι ταυτόχρονα με κάποιον άλλο
μσν.
λάμπω μαζί με κάποιον άλλο.

Greek Monolingual

ΜΑ φαίνω
μέσ. συμφαίνομαι
εμφανίζομαι ταυτόχρονα με κάποιον άλλο
μσν.
λάμπω μαζί με κάποιον άλλο.