μισῶ σοφιστὴν ὅστις οὐχ αὑτῷ σοφός → I hate the sage who recks not his own rede, I hate the sage who is not wise for himself, I hate the wise man who is not wise on his own
το, Ν
1. σφαγή
2. φρ. «θέλει σφάξιμο»
μτφ. του χρειάζεται αυστηρή τιμωρία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αόρ. έσφαξα του σφάζω + κατάλ. -ιμο (πρβλ. γράψιμο)].