χιμαιράς
From LSJ
ὁ ναύτης ὁ ἐν τῇ νηῒ μένων βούλεται τοὺς τέτταρας φίλους ἰδεῖν → the sailor staying on the ship wants to see his four friends
Full diacritics: χιμαιράς | Medium diacritics: χιμαιράς | Low diacritics: χιμαιράς | Capitals: ΧΙΜΑΙΡΑΣ |
Transliteration A: chimairás | Transliteration B: chimairas | Transliteration C: chimairas | Beta Code: ximaira/s |
άδος, ἡ, = foreg.1, Schwyzer 644.16 (Aegae).
-άδος, ἡ, Α
(αιολ. τ.) χίμαιρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χίμαιρα + κατάλ. -άς, -άδος (πρβλ. ἀμν-άς)].