Καιροσκόπει (Καιρῷ σκόπει) τὰ πράγματ', ἄνπερ νοῦν ἔχῃς → Sanus es? Negotiorum observes tempora → Zur rechten Zeit tu alles, hast du nur Vernunft
-άδος, ἡ, Μ
ονομασία είδους του φυτού κενταύριο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < Χείρων, -ωνος + κατάλ. -ιάς, -ιάδος (πρβλ. λειμωνιάς)].