ὁ μὴ πεπλευκὼς οὐδὲν ἑόρακεν κακόν → anyone who hasn't sailed has never seen trouble
ao.2 épq. de λαμβάνω.
ἔλλᾰβον: Επικ. αντί ἔλαβον, αόρ. βʹ του λαμβάνω.
ἔλλαβον: эп. = ἔλαβον.