ἔστρωμαι
From LSJ
λέγεται δὲ καὶ κλῶνας αὐτῆς θύραις ἢ θυρίσι προστεθέντας ἀποκρούειν τὰς τῶν φαρμάκων κακουργίας → its branches attached to doors or windows are said to repel the evil of spells
French (Bailly abrégé)
v. στρώννυμι.
Greek Monotonic
ἔστρωμαι: Παθ. παρακ. του στορέννυμι· ἔστρωσα, Ενεργ. αόρ. αʹ.
Russian (Dvoretsky)
ἔστρωμαι: pf. pass. к στρώννυμι.