Δρυὸς πεσούσης πᾶς ἀνὴρ ξυλεύεται → Quercu cadente, nemo ignatu abstinet → Fiel erst die Eiche, holt ein jeder Mann sich Holz
Menander, Monostichoi, 123Greek (Liddell-Scott)
Φερσεφόνη: ποιητικ. ἀντὶ Περσεφόνη, συχν. παρὰ Πινδ. Φερσεφόνεια Ἡσύχ. ἐν λ.
Greek Monotonic
Φερσεφόνη: ποιητ. αντί Περσεφόνη, σε Πίνδ.
Russian (Dvoretsky)
Φερσεφόνη: дор. Φερσεφόνᾱ ἡ Pind. = Περσεφόνη.