διόψομαι
From LSJ
Γυνὴ γυναικὸς πώποτ' οὐδὲν διαφέρει → Nihil propemodum mulier distat mulieri → Zwischen erster Frau und zweiter ist kein Unterschied
Γυνὴ γυναικὸς πώποτ' οὐδὲν διαφέρει → Nihil propemodum mulier distat mulieri → Zwischen erster Frau und zweiter ist kein Unterschied
Full diacritics: διόψομαι | Medium diacritics: διόψομαι | Low diacritics: διόψομαι | Capitals: ΔΙΟΨΟΜΑΙ |
Transliteration A: diópsomai | Transliteration B: diopsomai | Transliteration C: diopsomai | Beta Code: dio/yomai |
A v. διοράω.
διόψομαι: ἴδε ἐν λ. διοράω.
f. de διοράω.
v. διοράω.
διόψομαι: μέλ. του διοράω.
διόψομαι: fut. к διοράω.