ἀργόθριξ
From LSJ
Ξένοις ἐπαρκῶν τῶν ἴσων τεύξῃ ποτέ → Bene de extero quid meritus exspectes idem → Hilf Fremden und dereinst wird Gleiches dir geschehn
English (LSJ)
τρῐχος, ὁ, ἡ, τό,
A white-haired, Archim.Bov.9.
Greek (Liddell-Scott)
ἀργόθριξ: γεν. τρῐχος, ὁ, ἡ, τό, ὁ λευκόθριξ, Ἀρχιμήδ. Πρβλ. βοεικ. 9.