rond
From LSJ
Οὐκ ἔστιν οὐδὲν κτῆμα κάλλιον φίλου → Nulla est amico pulchrior possessio → Als einen Freund gibt's keinen schöneren Besitz
Dutch > Greek
γογγύλος, γυρός, κυκλιάς, κύκλιος, κυκλόεις, κυκλοτερής, κυκλωτός, περί, περιτρόχαλος, περιφερής, στρογγύλος, τροχοειδής