armoede
From LSJ
Λιμὸς μέγιστον ἄλγος ἀνθρώποις ἔφυ → Inter dolores maximum humanos fames → Der Hunger ist den Menschen allergrößter Schmerz
Dutch > Greek
ἀκληρία, ἀκτημοσύνη, ἀπορία, ἀπορίη, ἀσθένεια, ἀσθένεια βίου, ἀχρημοσύνη, ἔνδεια, λυπρότης, μετριοσύνη, πενία, πενίη, πενιχρότης, πτωχεία, πτωχηΐη, πτωχότης, φαυλότης, χέρνα, χέρνη, χρεία, χρείη, χρησμοσύνη