σκαφείδιον

From LSJ
Revision as of 22:19, 11 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

οὔ ποτ' εἶμι τοῖς φυτεύσασίν γ' ὁμοῦ → I will never meet thοse who begat me

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σκᾰφείδιον Medium diacritics: σκαφείδιον Low diacritics: σκαφείδιον Capitals: ΣΚΑΦΕΙΔΙΟΝ
Transliteration A: skapheídion Transliteration B: skapheidion Transliteration C: skafeidion Beta Code: skafei/dion

English (LSJ)

τό, Dim. of sq. (not    A = σκαφίδιον), Hdn.Epim.239, Suid.

Greek (Liddell-Scott)

σκᾰφείδιον: τό, ὑποκορ. τοῦ ἑπομ., Ἡρῳδιαν. Ἐπιμερ. 239 (δὲν πρέπει νὰ συγχέηται πρὸς τὸ σκαφίδιον, ὅ ἴδε).

Greek Monolingual

τὸ, Α σκαφεῑον
1. (υποκορ. τ. του σκαφεῑον) μικρό λισγάρι
2. (κατά το λεξ. Σούδα) «σκαφείδιον, ή δίκελλα, διαφέρει τοῦ σκαφίδιον, τὸ πλοιάριον».