τετραπλοῦς
From LSJ
Ἱστοὶ γυναικῶν ἔργα κοὐκ ἐκκλησίαι → Muliebre telae sunt opus, non contio → Der Webstuhl ist der Frau Geschäft, nicht Politik
French (Bailly abrégé)
ῆ, οῦν :
c. τετραπλόος.
Russian (Dvoretsky)
τετραπλοῦς: стяж. = τετραπλόος.
Chinese
原文音譯:tetraplÒoj 帖特拉-普羅哦士
詞類次數:形容詞(1)
原文字根:四-最多 (組合)
字義溯源:四倍的,四重的;由(τέσσαρες)*=四)與(πολύς)=最大數目,非常大的)組成;其中 (πολύς)出自(πολύς)*=多)
出現次數:總共(1);路(1)
譯字彙編:
1) 四倍(1) 路19:8