prudently
From LSJ
ἰσότης φιλότητα ἀπεργάζεται → equality leads to friendship
English > Greek (Woodhouse)
adverb
P. and V. σωφρόνως, Ar. and P. φρονίμως, V. φρονούντως, σεσωφρονισμένως.
ἰσότης φιλότητα ἀπεργάζεται → equality leads to friendship
P. and V. σωφρόνως, Ar. and P. φρονίμως, V. φρονούντως, σεσωφρονισμένως.