διοπτρίτης
From LSJ
Ἰδίας νόμιζε τῶν φίλων τὰς συμφοράς → Tuas amicus crede amici miserias → Betracht' als eignes deiner Freunde Missgeschick
English (LSJ)
[ A ρῑ] λίθος talc, PHolm. 3.39.
Spanish (DGE)
-ου
translúcido, transparente διοπτερίτης (sic) λίθος prob. el talco PHolm.14.