Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ζυγίς

From LSJ
Revision as of 09:36, 30 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

Δούλου γὰρ οὐδὲν χεῖρον οὐδὲ τοῦ καλοῦ → Res nulla servo peior est, etiam bono → Ein Sklave ist das schlechteste, selbst wenn er gut

Menander, Monostichoi, 133
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ζῠγίς Medium diacritics: ζυγίς Low diacritics: ζυγίς Capitals: ΖΥΓΙΣ
Transliteration A: zygís Transliteration B: zygis Transliteration C: zygis Beta Code: zugi/s

English (LSJ)

ίδος, ἡ, A = ἕρπυλλος, Dsc. 3.38, Philin. ap. Ath.15.681f.

German (Pape)

[Seite 1140] ίδος, ἡ, serpyllium silvestre, Ath. XV, 681 f; Diosc.

Greek (Liddell-Scott)

ζυγίς: -ίδος, ἡ, εἶδος ἀγρίου θύμου, ἕρπυλλος, serpyllum silvestre, Διοσκ. 3. 46, Φιλῖν. παρ’ Ἀθην. 681F.

Greek Monolingual

η (Α ζυγίς, -ίδος) ζυγόν
νεοελλ.
1. είδος του φυτού θύμος
2. ναυτ. στον πληθ. ζυγίδες
ξύλινα τεύχη (τραβέρσες) που τοποθετούνται εγκάρσια στα σκέλη του θωρακίου τόσο στην πρώρα όσο και στην πρύμνη του ιστού, για να υποστηρίζουν το θωράκιο
αρχ.
είδος άγριου θύμου, έρπυλλος.