περιστρόγγυλος
From LSJ
Ἔοικα γοῦν τούτου γε σμικρῷ τινι αὐτῷ τούτῳ σοφώτερος εἶναι, ὅτι ἃ μὴ οἶδα οὐδὲ οἴομαι εἰδέναι → I seem, then, in just this little thing to be wiser than this man at any rate, that what I do not know I do not think I know either
English (LSJ)
ον, A perfectly round, Ath.Mech.38.11.
Greek (Liddell-Scott)
περιστρόγγῠλος: -ον, ὅλως στρογγύλος, καταστρόγγυλος, Ἀθήν. περὶ Μηχανημάτ. σ. 11.
Greek Monolingual
-ον, Α. στρογγύλος
τελείως σφαιρικός, ολοστρόγγυλος.