πλεονότης
From LSJ
English (LSJ)
A v. πλειονότης.
German (Pape)
[Seite 630] ητος, ἡ, = πλειονότης, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
πλεονότης: ἴδε πλειονότης.
Greek Monolingual
η, Α
βλ. πλειονότητα.
Full diacritics: πλεονότης | Medium diacritics: πλεονότης | Low diacritics: πλεονότης | Capitals: ΠΛΕΟΝΟΤΗΣ |
Transliteration A: pleonótēs | Transliteration B: pleonotēs | Transliteration C: pleonotis | Beta Code: pleono/ths |
A v. πλειονότης.
[Seite 630] ητος, ἡ, = πλειονότης, Sp.
πλεονότης: ἴδε πλειονότης.
η, Α
βλ. πλειονότητα.