πρωτοψάλτης

From LSJ
Revision as of 22:35, 30 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

Ξένους ξένιζε, καὶ σὺ γὰρ ξένος γ' ἔσῃ (μήποτε ξένος γένῃ) → Bene hospiti fac: tu quoque hospes fors eris → Bewirte Gäste, denn auch du bist einmal Gast

Menander, Monostichoi, 400
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πρωτοψάλτης Medium diacritics: πρωτοψάλτης Low diacritics: πρωτοψάλτης Capitals: ΠΡΩΤΟΨΑΛΤΗΣ
Transliteration A: prōtopsáltēs Transliteration B: prōtopsaltēs Transliteration C: protopsaltis Beta Code: prwtoya/lths

English (LSJ)

ου, ὁ, A chief harpist, MAMA3.649 (Corycus).

Greek Monolingual

ο, ΝΜΑ
εκκλ. αυτός που κατέχει την πρωτοκαθεδρία στον χορό τών ψαλτών, ο πρώτος ανάμεσα στους ψάλτες της εκκλησίας
αρχ.
ο πρώτος παίκτης κρουστού οργάνου.