Τὶ δὲ σὺ διά τὸν Θεὸν δύνασαι ἀρνηθῆναι; Οἷον δὲ μέτρον ἀγάπης τῶν ἀγαπώντων σε ἐστί; (Χρύσανθος Καταπόδης, Σχολὴ Ζωῆς) → ?
Full diacritics: πελέκησις | Medium diacritics: πελέκησις | Low diacritics: πελέκησις | Capitals: ΠΕΛΕΚΗΣΙΣ |
Transliteration A: pelékēsis | Transliteration B: pelekēsis | Transliteration C: pelekisis | Beta Code: pele/khsis |
εως, ἡ, A hewing of wood, etc., Thphr. HP3.9.3; κρηπιδίων Milet.7.60, cf. Supp.Epigr.2.569.12 (Didyma, ii B. C.).
[Seite 550] ἡ, das Vehauen des Holzes, Theophr.
πελέκησις: ἡ, τὸ πελεκᾶν ξύλα Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 3. 9, 3, κτλ.