βρινδεῖν
From LSJ
English (LSJ)
θυμοῦσθαι, ἐρεθίζειν, Hsch. βρίννια, τά, lamb's flesh, Id. βρίξ· θριδακίνη, καὶ εἶδος ἄνθους, οἱ δὲ περιστερεῶνα, Id.
Spanish (DGE)
θυμοῦσθαι. ἐρεθίζειν Hsch. (prob. corrupción por βριμαίνειν).
Full diacritics: βρινδεῖν | Medium diacritics: βρινδεῖν | Low diacritics: βρινδείν | Capitals: ΒΡΙΝΔΕΙΝ |
Transliteration A: brindeîn | Transliteration B: brindein | Transliteration C: vrindein | Beta Code: brindei=n |
θυμοῦσθαι, ἐρεθίζειν, Hsch. βρίννια, τά, lamb's flesh, Id. βρίξ· θριδακίνη, καὶ εἶδος ἄνθους, οἱ δὲ περιστερεῶνα, Id.
θυμοῦσθαι. ἐρεθίζειν Hsch. (prob. corrupción por βριμαίνειν).