ὑποκατακλίνομαι τοῦ εὶς πλέον ἐναντιοῦσθαι → desist from further opposition;
subs.
P. and V. πικρότης, ἡ, P. χαλεπότης, ἡ, σκληρότης, ἡ, V. τραχύτης, ἡ.