ἀνταποστροφή
Ὁ συκοφάντης ἐστὶν ἐν πόλει λύκος (τοῖς πέλας λύκος) → Calumniator, quemquem novit, huic lupus'st → Der Denunziant lebt in der Stadt gleichsam als Wolf (ist seinen Nachbarn wie ein Wolf)
English (LSJ)
ἡ, turning away from one another, of places which face opposite ways, Str.6.1.5.
Spanish (DGE)
-ῆς, ἡ
vuelta, curva en sentido contrario ἀνταποστροφήν τινα ἀπ' ἀλλήλων ποιουμένων describiendo (los dos cabos) uno frente a otro sus curvas en sentido contrario Str.6.1.5.
German (Pape)
[Seite 244] ἡ, gegenseitige Entfernung, Strab.
Greek (Liddell-Scott)
ἀνταποστροφή: ἡ, τὸ ἀποστρέφεσθαι ἀπό τινος, ἐπὶ τόπων βλεπόντων πρὸς ἀντίθετα μέρη, «νεύει δὲ ἐπὶ θερινὰς ἀνατολάς, καθάπερ καὶ ἡ Καῖνυς πρὸς τὴν ἑσπέραν, ἀνταποστροφήν τινα ἀπ’ ἀλλήλων ποιουμένων αὐτῶν» Στράβ. 257.
Greek Monolingual
ἀνταποστροφή, η (Α) (για τόπους) το να είναι στραμμένοι, να βλέπουν προς αντίθετα σημεία του ορίζοντα.