Χαίρειν ἐπ' αἰσχροῖς οὐδέποτε χρὴ πράγμασιν → Non decet in rebus esse laetum turpibus → In schlimmer Not ist Freude niemals angebracht
adj.
P. and V. δεινός, φοβερός, φρικώδης (Dem. 644). V. δύσχιμος, ἔμφοβος, σμερδνός. With dreadful looks: V. δεινώψ; see. grim.