τραπεζία
From LSJ
ὁ γοῦν κυνικὸς Μένιππος ἁλμοπότιν τὴν Μύνδον φησίν (Athenaios 1.34e) → At any rate the Cynic (satirist) Menippus says that Myndus is a brine-drinking town.
English (LSJ)
ἡ, = τραπεζοποιία (which should perhaps be read), Thphr. HP 3.10.1.
Greek (Liddell-Scott)
τρᾰπεζία: ἡ, ἀμφίβ. γραφ. ἀντὶ τραπεζιτεία, Θεοφρ. περὶ Φυτ. Ἱστ. 3. 10, 1.
Greek Monolingual
ἡ, Α τράπεζα
πιθ. κατασκευή τραπεζών («χρήσιμον ἔχει τὸ ξύλον πρὸς πολλὰ...εἰς τραπεζίαν», Θεόφρ.).