ἀγριοδαίτης
From LSJ
Τὶ δὲ σὺ διά τὸν Θεὸν δύνασαι ἀρνηθῆναι; Οἷον δὲ μέτρον ἀγάπης τῶν ἀγαπώντων σε ἐστί; (Χρύσανθος Καταπόδης, Σχολὴ Ζωῆς) → ?
English (LSJ)
ἀγριοδαίτου, ὁ, eating wild fruits, Orac. ap. Paus.8.42.6.
Spanish (DGE)
-ου, ὁ que se alimenta de frutos silvestres Ἀρκάδες Orác. en Paus.8.42.6.
Greek (Liddell-Scott)
ἀγριοδαίτης: -ου, ὁ, ὁ ἐσθίων ἀγρίους καρπούς, Χρησμ. παρὰ Παυσ. 8. 42, 6.
German (Pape)
wilde Früchte essend, im Orakel bei Paus. 8.42.6.