λαξευτήριον
From LSJ
Φιλίας δοκιμαστήριον ὁ χωρισμὸς φίλων → Probas amicum, ab eo si longe absies → Der Freundschaft Probe ist die Trennung von dem Freund
English (LSJ)
τό, stone-cutter's tool, LXX Ps.73(74).7.
Greek (Liddell-Scott)
λαξευτήριον: τό, ἐργαλεῖον λαξευτικόν, Ἑβδ. (Ψαλμ. ΟΓ΄, 7)· διά τινων λαξευτηρίων ὀργάνων Ἄννα Κομν. σ. 111C.