κοπριών
From LSJ
Ὁ δ' ἀνεξέταστος βίος οὐ βιωτὸς ἀνθρώπῳ → The unexamined life is not worth living
German (Pape)
[Seite 1483] ῶνος, ὁ, der Mistkäfer, Hippocr.
Greek (Liddell-Scott)
κοπριών: -ῶνος, ὁ, κοπροκάνθαρος, Ἱππ. 263. 41.
Ὁ δ' ἀνεξέταστος βίος οὐ βιωτὸς ἀνθρώπῳ → The unexamined life is not worth living
[Seite 1483] ῶνος, ὁ, der Mistkäfer, Hippocr.
κοπριών: -ῶνος, ὁ, κοπροκάνθαρος, Ἱππ. 263. 41.