δειλὴ δ' ἐν πυθμένι φειδώ → thrift in the lees is worthless
Full diacritics: ἄδεικτος | Medium diacritics: ἄδεικτος | Low diacritics: άδεικτος | Capitals: ΑΔΕΙΚΤΟΣ |
Transliteration A: ádeiktos | Transliteration B: adeiktos | Transliteration C: adeiktos | Beta Code: a)/deiktos |
ον,
A not shown, invisible, of God, Ph.1.197,618.
[Seite 32] nicht zu zeigen, unsichtbar, Philo.
ἄδεικτος: -ον, (δείκνυμι) ὁ μὴ δειχθεὶς ἢ μὴ δυνάμενος νὰ δειχθῇ, ἄγνωστος, διάφ. γραφὴ ἐν Ψευδο-Φωκυλ. 124· ἐπὶ τῆς θεότητος, Φίλων 1. 197, 618.