μελανονεφής
From LSJ
Καλὸν τὸ θνῄσκειν, οἷς ὕβριν τὸ ζῆν φέρει → Quis foeda vita restat, his pulchrum est mori → Wem das Leben Schmach bringt, dem ist Sterben schön
English (LSJ)
ές,
A with black clouds, gloss on κελαινεφής, Sch. D Il.2.412.
German (Pape)
[Seite 119] ές, schwarzwolkig, Schol. Il. 2, 412.
Greek (Liddell-Scott)
μελᾰνονεφής: -ές, ὁ μέλανα νέφη συνάγων, Σχόλ. εἰς Ἰλ. Β. 412, πρὸς ἑρμηνείαν τοῦ κελαινεφής.