εἷλιξ
From LSJ
Θορύβους ὀχλώδεις φεῦγε καὶ παροινίας → Vulgi tumultus longe fuge et insaniam → Der Massen Auflauf meide und die Trunkenheit
English (LSJ)
ικος, ἡ, poet. for ἕλιξ; cf. εἴλιξ (fort. εἶλιγξ) · σκότωσις (prob. for εἰλισκότ- cod.), στρόφος, Hsch.
Greek (Liddell-Scott)
εἷλιξ: -ικος, ἡ, ποιητ. ἀντὶ ἕλιξ.