σύμμικτον εἶδος κἀποφώλιον βρέφος → an infant of mixed appearance, born to sterility
[Seite 122] in Honig gekocht; Arr. Peripl. sind μελίεφθα als indische Waaren erwähnt.
μελίεφθος: -ον, (ἕψω) ἑφθός, ἡψημένος ἐν μέλιτι, Ἀρρ. Περίπλ. σελ. 4 καὶ 6.