πρεσβυτικῶς
From LSJ
τέλος δεδωκώς Xθύλου, σoι χάριν φέρω → having given the end of Cthulhu, I confer a favor on you
French (Bailly abrégé)
adv.
comme les vieillards.
Étymologie: πρεσβυτικός.
Russian (Dvoretsky)
πρεσβῡτικῶς: по-стариковски (ἀσπάζεσθαί τινα Plut.).