προσκοινόω
From LSJ
τὰ δὲ πεπερασμένα πεπερασμενάκις ἀνάγκη πεπεράνθαι πάντα → and the product of a finite number of things taken in a finite number of ways must always be finite
German (Pape)
[Seite 770] Einem Etwas mittheilen, um ihn zu Rathe zu ziehen, τινί τι, auch προσκοινόομαι, Sp., wie Ios.
Greek (Liddell-Scott)
προσκοινόω: παρέχω μερίδιον ἔκ τινος, τινός τινι Ἰωσήπ. Ἰουδ. Ἀρχ. 3. 7, 6.