ἑξάβραχυς
From LSJ
English (LSJ)
πούς foot
A of six short syllables, Sch.Ar.Av.738, etc.
German (Pape)
[Seite 861] aus sechs kurzen Sylben bestehend, Schol. Soph. Ant. 1245 u. öfter.
Greek (Liddell-Scott)
ἑξάβρᾰχῠς: -εος, ὁ, ὁ περιέχων ἓξ βραχείας συλλαβάς, ποδὸς ἑξαβράχεος Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Ὄρν. 738, κτλ.