οὕτως εἴη ἡμίν ὁ Θεός βοηθός καὶ τὸ ἱερὸν Αὐτοῦ Εὐαγγέλιον ὧδε ἐμφανισθέντα-ὁρκισθέντα → so help us God and Ηis holy Gospel the things here declared and sworn
[Seite 280] sich Holz holen, Holz fällen, Sp.; aor. med., Schol. Il. 11, 155.
ξῠλεύομαι: Men. = ξυλίζομαι.