πολίχνιον
From LSJ
Εὑρεῖν τὸ δίκαιον πανταχῶς οὐ ῥᾴδιον → Difficile inventu est iustum, ubi ubi quaesiveris → Zu finden, was gerecht ist, ist durchaus nicht leicht
English (LSJ)
τό, Dim. of foreg., Pl.R.370d, Isoc.5.145, etc.
German (Pape)
[Seite 657] τό, dim. zum Vorigen; Plat. Rep. II, 370 d Isocr. 5, 145 u. A.
Greek (Liddell-Scott)
πολίχνιον: τό, ὑποκορ. τοῦ προηγ., Πλάτ. Πολ. 370D., Ἰσοκρ. 111Α, κτλ. ― Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 149.