περαιόθεν
From LSJ
ἀλλὰ τί ἦ μοι ταῦτα περὶ δρῦν ἢ περὶ πέτρην → why all this about trees and rocks, why all these things we have nothing to do with
English (LSJ)
Adv.
A = πέραθεν, A.R.4.71, Arat.606.
German (Pape)
[Seite 562] adv. = πέραθεν; Arat. 606; Ap. Rh. 4, 71.
Greek (Liddell-Scott)
περαιόθεν: Ἐπίρρ., = πέραθεν, Ἀπολλ. Ρόδ. Δ΄. 71, Ἄρατ. 606.
Greek Monolingual
Α
(τοπ. επίρρ.) πέραθεν.
[ΕΤΥΜΟΛ. < περαῖος + επιρρμ. κατάλ. -θεν (πρβλ. πεδιό-θεν)].