ἀποδαπανάω
From LSJ
English (LSJ)
A waste, τὸν καιρόν Herod.Med. ap. Orib.7.8.2.
Greek (Liddell-Scott)
ἀποδαπανάω: δαπανῶ ἐπὶ ματαίῳ, «ἄτοπον τὸν τροφῆς καιρὸν εἰς τὸν τῆς φλεβοτομίας ἀποδαπανῆσαι» Matthaei Med. 131.
Spanish (DGE)
malgastar τὸν καιρόν Herod.Med. en Orib.7.8.2.