τριταρτημόριον
From LSJ
ὀρχούμενός τις καὶ τὴν τοῦ Κρόνου τεκνοφαγίαν παρωρχεῖτο → a dancer was presenting Kronos who devoured his children, an actor portrayed Kronos who devoured his children
English (LSJ)
τό,
A three quarters of an obol, Poll.9.65.
Greek (Liddell-Scott)
τρῐταρτημόριον: τό, = τρία τεταρτημόρια, «οἱ δ’ ἓξ (χαλκοῖ) τριτημόριον, ὅτι τὰ τρία μέρη ἐστὶ τοῦ ὀβολοῦ· οἱ δὲ καὶ τριταρτημόριον αὐτοὺς ὠνόμαζον ὡς τρία τεταρτημόρια ἔχοντας» Πολυδ. Θ΄, 65.
Greek Monolingual
τὸ, Α
τμήμα που αποτελεί τα τρία τέταρτα του συνόλου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τρι- + τεταρτημόριον με απλολογία].