τὸ ἀεὶ ταῦτα οὕτως ἔχειν ἐχάλασαν → relaxed the strictness of the doctrine of perpetual strife
[Seite 687] τό, unglückliche Unternehmung, Sp.
δυσπράγημα: τό, ἀτύχημα, δυστύχημα, Νικήτ. Εὐγεν. 4, 261.
-ματος, τόdesgracia, infortunio Gr.Nyss.Hom.in 1Cor.6.18, Chry.Hie.Enc.in Thdr.p.60.3, πατριαρχικὸν δ. Eust.Op.273.40.