τετρανυκτία

Revision as of 12:52, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (41)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

German (Pape)

[Seite 1098] ἡ, eine Zeit von vier Nächten (?).

Greek (Liddell-Scott)

τετρᾰνυκτία: ἡ, (νὺξ) διάστημα χρονικὸν τεσσάρων νυκτῶν, Γλωσσ.

Greek Monolingual

ἡ, Α
χρονικό διάστημα τεσσάρων νυκτών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τετρ(α)- + νυκτία < νύξ, νυκτός)].