εὐθηνιαρχικός

From LSJ
Revision as of 07:14, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (15)

Ξένοισι πιστοῖς πιστὸς ὢν γίγνου φίλος → Amicus esto fidus in fidum hospitem → Erweise treuen Fremden dich als treuer Freund

Menander, Monostichoi, 390
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: εὐθηνιαρχικός Medium diacritics: εὐθηνιαρχικός Low diacritics: ευθηνιαρχικός Capitals: ΕΥΘΗΝΙΑΡΧΙΚΟΣ
Transliteration A: euthēniarchikós Transliteration B: euthēniarchikos Transliteration C: efthiniarchikos Beta Code: eu)qhniarxiko/s

English (LSJ)

ή, όν

   A, στέφανος POxy.1252v.17 (iii A.D.).

Greek Monolingual

εὐθηνιαρχικός, -ή, -όν (Α)
αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον ευθηνιάρχη ή στην ευθηνιαρχία («εὐθηνιαρχικὸς στέφανος»).